- Στο τέλειωμα του "Ταμπαχανιώτικου Μανέ"(1931) στριφογυρίζει τη φωνή του, σκοτεινιάζοντας με σωρείτες ζήλειας την καρδιά του μαγικού, αλλά εγωιστή, Στελλάκη Περπινιάδη που ήταν παρών στην ηχοληψία. Άνοιξε το στόμα του αυτός ο μεγάλος τραγουδιστής κι αμόλησε ένα ξερό, παγωμένο και κενό από συναισθήματα, "να πεθάνεις, πούστη!"
- Το duende και το καθοδηγούμενό του δεν ενώνονται σε μιά, αλλά παραμένουν, σε συμβιωτική σχέση, δυό οντότητες. Το duende διαλέγει σε ποιόν/ά θα πάει και πόσο θα παραμείνει εκεί, φωτίζοντας και βασανίζοντας. Το καθοδηγούμενο είναι ο άνθρωπος, παναπεί φτερό στον άνεμο που παρασύρεται, μπερδεύεται, πελαγοδρομεί. Το duende έχει μιά παγωμένη υπόσταση. Μέσα του είναι ζυγισμένες, παγιωμένες και ισορροπημένες οι έννοιες του καλού και του κακού, του δίκαιου και του άδικου. Το duende δε χαϊδεύει ποτέ, μόνο θυμώνει.
- Ο Νούρος μπορεί να το πήρε ελαφριά το σχόλιο του Στελλάκη (το βάθος της καρδούλας του μόνο τό'ξερε) αλλά το dunede δε χαρίζει κάστανα. Μελάνιασε, σήκωσε μανιασμένο τις φολίδες του αλλά, με μιάς, η οργή του εξαερώθηκε. Πήρε πάλι το μαβί του κοχυλιού, έκανε το Νούρο να χαμογελάσει και ν' απαντήσει μ' ένα ανέμελλο "γειά σου Πιπί μου...ου (ή πιπί μου...ου).
- O Στελλάκης δεν είχε duende, κατά τη γνώμη μου. Ήταν μερακλής, έξυπνος, είχε σπουδαία φωνή και ήξερε πως να παιχνιδίζει μαζί της, είχε άψογη τεχνική και κουβαλούσε μιά μακριά παράδοση στο θώρακά του. Duende είχε, πάλι κατά τη γνώμη μου, ο Μήτσος ο Ατραϊδης, οι δυό έξοχοι και παραγνωρισμένοι Παντελίδης και Χρυσαφάκης, ο Απόστολος Χατζηχρήστος, ο Βαγγέλης Παπάζογλου, ο Μάρκος, ο Τσιτσάνης.
- To να "πεθάνεις, πούστη!", περιέχει ένα ζευγάρι λέξεων που βραχυκυκλώνονται μεταξύ τους. Πρέπει όμως να το δούμε με δύο διαφορετικές ματιές, τη "ματιά του τότε" και τη "ματιά του σήμερα". Μέσα απ' την οπτική γωνία της πρώτης, παίρνουμε υπόψη ότι η έννοια του θανάτου, στη δεκαετία του ΄30, ήταν διαφορετική από τη σημερινή, γιά λόγους που καταλαβαίνουμε. Η γενικότερη αντρική πλάκα και οι κώδικες της ρεμπέτικης πιάτσας παίζαν μ΄αυτές τις λέξεις και δε τις παίρναν στα σοβαρά. Ένα άλλο παράδειγμα είναι η φράση "να σε θάψω" που υπήρχε παλιότερα και εξακολουθεί να αναπνέει ως τις μέρες μας. Λέγεται με κάποια χιουμοριστική διάθεση, όταν θέλουμε να πείσουμε ότι, πράγματι, εννοούμε κάτι, ότι λέμε την αλήθεια. Μέσα απ' την οπτική γωνία του σήμερα, όσο κι αν πολλές παλιότερες φράσεις εξακολουθούν να επιζούν, τα πράγματα έχουν αλλάξει. Ένας μέσος "δυτικός άνθρωπος" που προσέχει τον εαυτό του, τροφοδοτώντας τον με προσεγμένο φαγητό, βιταμίνες κτρ., διαφέρει ολοκληρωτικά από έναν αντίστοιχο που ζει σε καθεστώτα πολέμων, φτώχειας, καθημερινών κοντινών θανάτων. Ο πρώτος, αδυνατεί να καταλάβει. Έχει ξεχάσει και, στην καλύτερη περίπτωση, λυπάται. Ο ενσωματωμένος μηχανισμός της ζωής κάνει το παν δυνατό για να διατηρηθεί, να επιβιώσει. Οι επίκτητες εγκεφαλικές διεργασίες όμως, μπορούν να επηρρεάσουν και να μειώσουν τις αντιστάσεις στο θάνατο. Ο νέος μουσουλμάνος που ζώνεται με εκρηκτικές ύλες, οι Ιρακινοί (του 2007) που δε ξέρουν αν θα γυρίσουν τα παιδιά τους ζωντανά απ' το σχολείο, αλλά κι εμείς ακόμα στην Ελλάδα που αγνοούμε αν θα επιστρέψουμε ακέραιοι από μιά εκδρομή με αυτοκίνητο, έχουμε κοντινότερη σχέση με το θάνατο. Τον νιώθουμε να φτερουγίζει πάνω απ' το κεφάλι μας, αλλά δεν αγχωνόμαστε απ' αυτό.
- Όταν ο Στελλάκης Περπινιάδης αμολάει το "να πεθάνεις, πούστη!", με τη ματιά του σήμερα ακούγεται αιχμηρό, ιδιαίτερα στους αμύητους. Μπορεί να το ερμηνεύσει κανείς σα κακία ή ζήλεια γιά τη φωνή του Νούρου. Αυτοί οι δυό ήταν "φίλοι" και ο Στελλάκης εκτιμούσε το Νούρο και τον θαύμαζε. Τη στιγμή όμως εκείνη ρίχνει ένα βέλος στην αχίλλειο πτέρνα. Αγνοώ αν η λέξη "πούστης" χρησιμοποιούνταν τη δεκαετία του '30 όπως και σήμερα, γιά να χαρακτηρίσει δηλαδή και τον άνθρωπο τον ικανό. Αν ναι, μέσα στα παλίσια της εποχής, μπορεί να εξισωθεί με τα αντίστοιχα "να ζήσεις", "να χαρώ το στόμα σου" κλπ. Να βιωθεί δηλαδή σα ν εκδήλωση θαυμασμού. Πιό εύκολα αναφνώσιμο θα ήταν αν είχε πει, "μας πεθαίνεις, πούστη!", παίρνοντας υπόψη ότι το ουσ. πούστης , ακόμα και σήμερα, κινείται με άνεση ανάμεσα σε δυό διαμετρικά αντίθετα άκρα. Από βρισιά ως θαυμασμό γιά καπατσωσύνη και εξυπνάδα(...). Ωστόσο, επιμένω και είμαι απόλυτος στο ότι η ανθρώπινη φύση, άσχετα από εποχές και κουλτούρες, χαρακτηρίζεται από κάποιες σταθερές. Η έννοια της λέξης πούστης είναι φοβική, κουβαλάει ένα στίγμα και ο στιγματισμός δεν αρέσει σε κανέναν, άσχετα του τι δείχνει και πως αντιδρά. Έτσι, αν το τσάκισμα μπορεί να κουβαλάει ΚΑΙ θετικά νοήματα, δημιουργεί αρνητικές εντάσεις που όμως, διόλου δεν είναι σίγουρο ότι ο Στελλάκης εννοούσε, στο σύνολό τους.
- Είχε συμβεί κάτι παρόμοιο, τέσσερα χρόνια νωρίτερα. Στο παραδοσιακό "Αλή Πασάς" (1927), ο Νούρος το τραγούδησε με την ίδια άνεση που πάντα τον διέκρινε. Όταν πήγαινε να τελειώσει το τραγούδι, κάποιος του φώναξε: "γειά σου Νούρο, γειά σου... με το βιολιτζή σου τ' Ογδοντάκι... να τον περιμένεις παρακάτω!". Ο Ογδοντάκης, παλιός του φίλος, έπαιζε το βιολί, ως συνήθως. Να ήταν εκείνος που το είπε; Θα μου φαινόταν παράξενο. Όλοι οι χαιρετισμοί του Γ. Δραγάτση(Ογδοντάκη) απέναντι στο Νούρο, σε άλλα τραγούδια, είναι πάντα ζεστοί και φιλικοί. Ο Νούρος πάντως, 35 χρονώ τότε, αργοπορεί λίγο, σα να του ήρθε ο αστεϊσμός απότομα στο κεφάλι, σα να ψάχνει το τι θ' απαντήσει και μετά λέει, ανόρεχτα: "γειά σου, με το δ...οξάρι σου...", απευθυνόμενος στον Ογδοντάκη, σα νά'ταν εκείνος που αστειεύτηκε.
http://www.fileden.com/files/2008/6/6/1947074/Ali%20Pasa%201927.mp3
- Τελειώνοντας με το "τότε", και γιά να είμαι δίκαιος απέναντι στο Στελλάκη Περπινιάδη, θα πρέπει να προσθέσω ότι η προστακτική του ρ. πεθαίνω συναντιέται μιά ακόμα φορά στο τρ. του Δ. Σέμση (Σαλονικιού) "Σμυρνιά καμωματού" "(1928), όπου ο χυμώδης και "έξω καρδιά" Α. Διαμαντίδης (Νταλγκάς) αμολάει ένα "να πεθάντε, Σμυρνιές!". Πρόκειται βέβαια γιά ένα σαφέστατο κοπλιμέντο στον ερωτισμό και τα καμώματα των Σμυρνιών γυναικών. Ωστόσο, τίποτα δε με πείθει ότι στο δίκοπο κοπλιμέντο του Στελλάκη απέναντι στο Νούρο, δεν υπήρχαν σωρείτες ζήλειες...
- Οι περισσότεροι θα θεωρήσουν όλ' αυτά σα περισσές και υπερβολικές ευαισθησίες, ακόμα και σχολαστικισμό. Υπάρχει η άποψη - και για νά'μαστε δίκαιοι, πολλές φορές η πραγματικότητα την πιστοποιεί- πως οι ομοφυλόφιλοι "αρέσκονται" σ΄αυτά τα χοντρά λεκτικά παιχνίδια/πειράγματα. Η φοβική πιάτσα τους βλέπει σα διασκεδαστικά πρόσωπα και τους πειράζει "γιά να περάσ' η ώρα" (που σημαίνει, να περάσει ο καιρός, να φτάσουμε γρηγορότερα στον τάφο...). Αυτοί πάντως που διασκεδάζουν μ' αυτή την πλάκα, ανήκουν στην ίδια συνομοταξία μ' αυτούς που τη μπαίναν στον Αναστάσιο Κωνσταντινίδη ή Κωνσταντινουδάκη ή Τσαμ Τσομ Τσίμπλερ, παλιό μπεχλιβάνη των δρόμων. Είχα την τύχη να προλάβω να δω αυτό τον άνθρωπο, εν δράσει, στο Μοναστηράκι στη δεκαετία του '50, όπου με πήγαινε ο πατέρας μου. Ο Τσαμ Τσομ Τσίμπλερ έκανε παραπλήσια "κατορθώματα" μ΄αυτά του Τζίμη του Τίγρη και του Σαμψών Κισκιλίδη, κατοπινότερων μπεχλιβάνηδων. Σφιγγόταν, τανιόταν, μούγκριζε και κάθε τόσο "φραπ", του'ρχ'οταν μιά ώριμη ντομάτα ή ένα αυγό στο κεφάλι. Τον θυμάμαι, σα νά'ταν τώρα, που στάθηκε, κοίταξε γύρω του και είπε με παράπονο: - Γιατί ξηγιέστε έτσι, ρε παιδιά; Επειδή παλεύω γιά μιά φασουλάδα; H απάντηση ήταν, δύο ντομάτες... Σα νά'ταν φάντασμα από τα περασμένα, τον ξανάειδα αυτό τον άνθρωπο, κάπου στα τέλη της δεκαετίας του '70, να κάνει το λούστρο μπροστά από το σταθμό του Θησείου στην Αθήνα. Όταν ρώτησα το μακαρίτη τον Τζίμη τον Τίγρη (ένα καλότατο ανθρωπάκι που έπαιζε και πολύ όμορφα φυσαρμόνικα) μου είπε πως, "του τη βάρεσε να ξαναβγεί στους δρόμους να παλέψει, σε μεγάλη ηλικία, γιατί δε το άντεχε το κασελάκι. Οι δικοί του ντράπηκαν και τον έκλεισαν στο Δαφνί!"
- Όταν ο Διονύσης Σαβόπουλος παρουσίασε τον Τζίμη τον Τίγρη στο "Κύτταρο" της οδού Χέϋδεν, είπε πως οι άνθρωποι αυτοί αποθεώνονται μέσα απ' τη γελοιοποίησή τους (...) Είναι κι αυτό ένα κομμμάτι αυτού που ονομάζουμε "ελληνικότητα"...
- Ξαναγυρίζοντας στο Νούρο και το duende, έχει τραγουδήσει το "Σαμπάχ Μανέ" με τους παρακάτω δικούς του(;) στίχους:
2 σχόλια:
Μια διαφορετικη ερμηνεια στο "Να πεθανεις πουστη" του Στελλακη ειναι το "να πεθανεις Τσουση".
Οπου Τσουσης ειναι το παρατσουκλι του Αραπακη που λεγεται οτι οτι επαιζε τσιμπαλο στην ηχογραφηση αυτη.
Τα συμπερασματα...δικα σας!
γεια χαρα,ακουσα προσεκτικα το συγκεκριμενο σημειο,θα συμφωνησω με το ''Τσουση'' γιατι δεν ακουγεται καθολου 'π' η 'τ' σ'αυτη τη λεξη,γραμματα που κανουν μπαμ συνηθως
Δημοσίευση σχολίου